13/05/2020 από by ΜΑΡΤΙΔΗΣ ΙΑΚΩΒΟΣ 0 Σχόλια
ΑΓΟΡΑΦΟΒΙΑ
Τα άτομα που πάσχουν από Διαταραχή Πανικού συνήθως αναπτύσσουν νευρικότητα και φόβο στο μεσοδιάστημα των κρίσεων πανικού. Συχνά αυτή η νευρικότητα και ο φόβος ότι θα επαναληφθεί η κρίση με όλη την αίσθηση της έντονης δυσφορίας, της ανημπόριας και του φόβου απώλειας του ελέγχου, οδηγούν στην ανάπτυξη μια άλλης διαταραχής, της διαταραχής της Αγοραφοβίας.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι στην κλινική πράξη η Αγοραφοβία και η Διαταραχή Πανικού συνυπάρχουν τόσο συχνά μαζί, ώστε είναι λίγες οι περιπτώσεις, που η κάθε μία από αυτές τις διαταραχές υφίσταται μόνη της. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων Αγοραφοβίας, τα φοβικά συμπτώματα είναι επιπλοκή της Διαταραχής Πανικού. Δηλαδή το άτομο πρώτα υφίσταται μια ή περισσότερες προσβολές πανικού, που δημιουργεί το άγχος πανικού, μετά αναπτύσσει το φόβο ότι θα ξανασυμβεί, που δημιουργεί το άγχος αναμονής και μετά αρχίζει ν' αποφεύγει καταστάσεις όπου η πιθανότητα να συμβεί κάποια προσβολή πανικού του δημιουργεί έντονο φόβο με αποτέλεσμα τη δημιουργία της αγοραφοβίας. Προοδευτικά, ο αριθμός των αγοραφοβικών καταστάσεων και ο βαθμός αποφυγής αυξάνει, με αποτέλεσμα το άτομο να φοβάται να πάει μόνο του σε διάφορους δημόσιους χώρους ή να ταξιδέψει και να ζητά επίμονα τη συνοδεία κάποιου συντρόφου.
Η Διαταραχή Πανικού λοιπόν διαχωρίζεται στους εξής δύο Τύπους:
1) Διαταραχή Πανικού χωρίς Αγοραφοβία
2) Διαταραχή Πανικού με Αγοραφοβία, η οποία είναι πιο συχνή μορφή και η οποία πληροί :
Α. Τα κριτήρια της Διαταραχής Πανικού (Υπάρχει σχετικό άρθρο)
Β. Αγοραφοβία: Φόβος του ατόμου να είναι σε μέρη ή καταστάσεις από όπου η φυγή μπορεί να είναι δύσκολη ή στις οποίες μπορεί να μην υπάρχει -ή να νομίζει ότι δεν υπάρχει- δυνατότητα βοήθειας σε περίπτωση που το άτομο εμφανίσει ξαφνικά κάποια συμπτώματα (ζάλη, αίσθημα αστάθειας, συχνουρία, ναυτία ή τάση για έμετο, μπούκωμα στο στήθος, καρδιακή δυσφορία κ.α.) και τα οποία μπορεί να προκαλέσουν έντονο φόβο, αδυναμία ή υπερβολική αμηχανία. Σαν αποτέλεσμα αυτού του φόβου το άτομο περιορίζει τις μετακινήσεις του ή χρειάζεται ένα συνοδό για να πάει μακριά από το σπίτι ή μπορεί να υπομένει με μικρή ή μεγάλη δυσκολία τις αγοραφοβικές καταστάσεις όταν είναι αναγκαίο να μετακινηθεί. Τα άτομα με αγοραφοβία αποφεύγουν να βρίσκονται έξω από το σπίτι μόνα τους, να βρίσκονται μέσα στο πλήθος, σε πολυσύχναστους δρόμους, πλατείες, σε πολυπληθή καταστήματα, αποφεύγουν να στέκονται στην ουρά, να βρίσκονται πάνω σε μια γέφυρα, να ταξιδεύουν μέσα σ' ένα λεωφορείο, τραίνο ή αυτοκίνητο.
Η Αγοραφοβία μπορεί να είναι ήπια, δηλαδή να υπάρχει μικρού βαθμού αποφυγή καταστάσεων και να μην επηρεάζεται ιδιαίτερα ο φυσιολογικός τρόπος ζωής, π.χ. το άτομο μετακινείται χωρίς να συνοδεύεται όταν είναι να πάει στη δουλειά ή για ψώνια, παρόλο που έχει κάποιου βαθμού δυσφορία. Συνήθως αποφεύγει τις μη αναγκαίες μετακινήσεις.
Η Αγοραφοβία μπορεί να είναι μέτριου βαθμού, όπου ο βαθμός αποφυγής έχει σαν αποτέλεσμα έναν περιορισμένο τρόπος ζωής π.χ. το άτομο είναι ικανό να απομακρυνθεί από το σπίτι μόνο του, αλλά δεν «μπορεί» να απομακρυνθεί πολύ χωρίς να συνοδεύεται.
Τέλος μπορεί να είναι βαριάς μορφής, όπου η αποφυγή έχει σαν αποτέλεσμα το άτομο να είναι σχεδόν καθηλωμένο στο σπίτι και ανίκανο να βγει μόνο του. Όταν είναι αναγκαίο να μετακινηθεί πάντα θα υπάρχει δεύτερος άνθρωπος να τον συνοδεύσει. Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να κάνει μήνες ή και χρόνια να βγει από το σπίτι του!
Η Αγοραφοβία χωρίς Ιστορικό Διαταραχής Πανικού εμφανίζεται συνήθως στη δεύτερη ή τρίτη δεκαετία της ζωής, μπορεί όμως να εμφανισθεί και αργότερα. Τα δύο τρίτα των πασχόντων από αγοραφοβία είναι γυναίκες. Η έναρξη μπορεί να είναι αιφνίδια ή σταδιακή. Η πορεία και η βαρύτητα της Αγοραφοβίας συνήθως παρουσιάζουν διακυμάνσεις. Συχνές επιπλοκές της Αγοραφοβίας είναι η κατάθλιψη, η κατάχρηση αλκοόλ, αγχολυτικών και οι καταναγκασμοί ελέγχου του περιβάλλοντος.
Θεωρείται ότι η Διαταραχή Άγχους Αποχωρισμού της παιδικής ηλικίας όπως και η ξαφνική απώλεια σημαντικού αγαπημένου προσώπου, προδιαθέτουν στην ανάπτυξη της Αγοραφοβίας.
Αφού πάρουμε ένα προσεκτικό ιστορικό για να αποκλείσουμε την πιθανότητα ύπαρξης κάποιας οργανικής νόσου, προχωρούμε στη θεραπεία της Διαταραχής Πανικού και της Αγοραφοβίας που στοχεύει και στα τρία στοιχεία του συνδρόμου: στις προσβολές πανικού, στο άγχος αναμονής και στην αγοραφοβία. Εάν η βαρύτητα του συνδρόμου είναι ήπια έως μέτρια και εφ’ όσον υπάρχουν οι γνωστικές προϋποθέσεις και η απαραίτητη ωριμότητα από τον πελάτη, η αντιμετώπιση γίνεται σε ψυχοθεραπευτικό επίπεδο. Εάν όμως η βαρύτητα των συμπτωμάτων και της διαταραχής είναι μεγάλη, τότε θα χορηγηθεί κάποιο αντικαταθλιπτικό ή/και αγχολυτικό, πάντα όμως σε συνδυασμό με ψυχοθεραπεία γνωστικής και συμπεριφορικής κατεύθυνσης. Η θεραπεία συμπεριφοράς με τη μορφή της κλιμακωτής έκθεσης του ατόμου στις αγοραφοβικές καταστάσεις βοηθάει στην βαθμιαία απευαισθητοποίηση του πάσχοντος, ενώ η γνωστική θεραπεία τον βοηθά να καταλάβει τις εσφαλμένες γνωστικές πεποιθήσεις που τον οδηγούν σε πολλαπλούς και ανακυκλούμενους γνωστικούς αδιέξοδους κύκλους. Η συνδυασμένη θεραπευτική προσπάθεια σχεδόν πάντα έχει καλά αποτελέσματα.
Σχόλια