Κιν.: 6974706107 | Τηλ. Δράμας: 25210 38158 | Τηλ. Θεσσ/νίκης: 2310 270066

Έχουν οι ενήλικες τις ίδιες ψυχολογικές ανάγκες που έχουν και τα βρέφη;

Φανταστείτε ότι κοιμάστε του καλού καιρού. Σκοτάδι, ησυχία, γαλήνη. Όλα καλά και όλα ωραία! Ξαφνικά, σας ξυπνούν απότομα, ανοίγετε έντρομοι τα μάτια σας κάτω από εκτυφλωτικά φώτα και βλέπετε ανθρώπους που έχουν είκοσι μέτρα ύψος να σας περιτριγυρίζουν. Οι άνθρωποι αυτοί σας αρπάζουν, σας κουνούν πέρα-δώθε, σας τραντάζουν, σας αναποδογυρίζουν και συνομιλούν μεταξύ τους, μόνο που οι φωνές τους, σας ακούγονται σαν κραυγές τεράτων. Τι περιέγραψα; Μόλις περιέγραψα τη στιγμή της γέννησής μας. Είμαστε μέσα στον αμνιακό σάκο. Σκοτάδι, ησυχία, γαλήνη και ξαφνικά, βγαίνουμε σε έναν άλλο κόσμο, παντελώς μα παντελώς νέο. Αυτό είναι το λεγόμενο «τραύμα της γέννησης». Και καλούμαστε να προσαρμοστούμε και να ζήσουμε σε αυτόν.

Ποια νομίζετε ότι είναι εκείνη τη στιγμή η σημαντικότερη ψυχολογική ανάγκη του νεογέννητου; Είναι το να νιώσει ασφαλές. Θα μιλήσουμε λοιπόν για την ανάγκη της ασφάλειας.

 

 

Ανάγκη για ασφάλεια

 

Μία από τις σημαντικότερες ανάγκες που έχει το βρέφος, το νήπιο, το παιδάκι, είναι η αίσθηση της ασφάλειας. Ασφάλεια σημαίνει ότι υπάρχει ένα ανθρώπινο περιβάλλον που καλύπτει έγκαιρα και ικανοποιητικά τις όποιες ανάγκες προκύπτουν. Ένα περιβάλλον που προσφέρει στοργή, φροντίδα και αγάπη, απαραίτητες προϋποθέσεις για να εξελιχθεί με υγιή τρόπο και να ωριμάσει το νεογέννητο.

 

Αν το βρέφος νιώθει ότι οι ανάγκες του ικανοποιούνται έγκαιρα και με επάρκεια, τότε νιώθει ότι οι γονείς του το αγαπούν, νιώθει ασφαλές και αναπτύσσει το αίσθημα της εμπιστοσύνης προς τους ανθρώπους και το αίσθημα της αισιοδοξίας για τη ζωή. Αν όμως οι γονείς το παραμελούν συστηματικά, αναπτύσσεται το αίσθημα της δυσπιστίας, της καχυποψίας και της ανασφάλειας με συνέπεια τότε αλλά και αργότερα ως έφηβος, ως ενήλικας, να μην εμπιστεύεται εύκολα τους ανθρώπους. Νιώθοντας ότι κινδυνεύει πιθανόν θα αρχίσει να υψώνει τοίχους για να κρατήσει τους άλλους ανθρώπους απ’ έξω. Οι ρίζες του προβλήματος της δυσπιστίας, της καχυποψίας, της έλλειψης εμπιστοσύνης των ενηλίκων, πολύ συχνά ανάγονται στη βρεφονηπιακή και στην πρώτη παιδική ηλικία.

 

Η ανάγκη για ασφάλεια είναι μία από τις βασικότερες ανάγκες παιδιών και ενηλίκων καθώς επηρεάζει σημαντικά την ψυχολογική μας ισορροπία και το ευ ζην. Αυτή η ανάγκη εκφράζεται σε όλους τους τομείς της ζωής μας.

 

Στον διαπροσωπικό τομέα: Όταν δεν υπάρχουν αγαπητικές σχέσεις, όταν υπάρχει δυσαρμονία στις φιλικές και οικογενειακές σχέσεις δεν αισθάνεσαι καλά. Δεν νιώθεις ασφαλής.

 

Στον κοινωνικό τομέα: Όταν υπάρχει ισχυρό κοινωνικό κράτος, όταν υπάρχουν κοινωνικά δίκτυα αλληλοβοήθειας και αλληλοϋποστήριξης, κοινοτικές υποστηρικτικές ομάδες ικανές να σου προσφέρουν προστασία και βοήθεια σε δύσκολες στιγμές, τότε μπορεί ο άνθρωπος να νιώθει ασφαλής και να ανθίζει. Αλλιώς ο κίνδυνος να μαραζώσει, να περιπέσει σε θλίψη, κατάθλιψη και σε άλλα ψυχολογικά προβλήματα είναι πολύ μεγάλος.

 

Στον επαγγελματικό τομέα: Όλοι θέλουμε να νιώθουμε ασφαλείς τόσο σωματικά, όσο και ψυχολογικά όταν εργαζόμαστε. Πόσο καλά μπορούμε να λειτουργούμε για παράδειγμα όταν απειλείται η σωματική μας ακεραιότητα σε ένα επικίνδυνο εργασιακό περιβάλλον; Πόσο καλά μπορούμε να ζούμε όταν μέσα στο εργασιακό περιβάλλον υπάρχει λεκτική κακοποίηση ή οποιαδήποτε μορφή απειλής;

 

Στον οικονομικό τομέα: Πόσο ασφαλής μπορείς να νιώθεις όταν δεν έχεις εργασία, όταν έχεις εργασία αλλά δεν μπορείς να ανταποκριθείς στις οικονομικές σου υποχρεώσεις, όταν δυσκολεύεσαι να τα βγάλεις πέρα καθημερινά; Η οικονομική ανασφάλεια είναι πηγή, άγχους, αγωνίας, φόβου καθώς ζεις μέσα στην αβεβαιότητα.

 

Τα ασφαλιστικά ταμεία, οι ασφάλειες ζωής, πυρός, αυτοκινήτων, οι ζώνες ασφαλείας στα αυτοκίνητα, τι υποδηλώνουν; Την ανάγκη των ενηλίκων για ασφάλεια.

 

 

 

Ανάγκη για άγγιγμα και αγκαλιά

 

Μία δεύτερη βασική ανάγκη του κάθε ανθρώπου είναι το άγγιγμα και η αγκαλιά. Επιστημονικές έρευνες σχετικά με τη σημασία της αγκαλιάς, αναφέρουν ότι τα ζώα που δεν είχαν αρκετή φυσική άμεση επαφή με το είδος τους, επιδείκνυαν αργότερα επιθετικότερη συμπεριφορά σε σχέση με άλλα ζώα που δεν στερήθηκαν τις αγκαλιές και τη φυσική επαφή. Το άγγιγμα και η αγκαλιά είναι βασική ανάγκη του ανθρώπου. Είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να αναπτυχθούν φυσιολογικά τα παιδιά. Η ζωή έχει φροντίσει με σοφία να «εξαναγκάζει» τους γονείς να αγγίζουν τα παιδιά τους πολλές φορές. Ο γονιός καθημερινά ακουμπά, αγγίζει, αγκαλιάζει το νεογέννητο. Για να το ταΐσει, να το αλλάξει, να το πλύνει, να το πουδράρει, να το κοιμίσει, να το πάρει αγκαλιά όταν κτυπήσει, να το πάρει αγκαλιά όταν κλαίει. Οι ενήμεροι και στοργικοί γονείς το αγκαλιάζουν και το χαϊδεύουν συχνά, πέρα από τις προηγούμενες περιπτώσεις. Το άγγιγμα διεγείρει τον οργανισμό του παιδιού και το βοηθά στην υγιή ψυχοσωματική του ανάπτυξη. Τα παιδιά που μένουν συστηματικά παραμελημένα, τα παιδιά που για οποιοδήποτε λόγο δεν παίρνουν αρκετές αγκαλιές, θα παρουσιάσουν κάποια στιγμή ψυχοσωματικά προβλήματα. Σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να μεταπέσουν σε ψυχικό και σωματικό μαρασμό.

 

Καθώς μεγαλώνει το παιδί, η αρχική του ανάγκη για αγκαλιά, εξακολουθεί να υπάρχει, αλλά διαφοροποιείται και εισπράττεται συμπληρωματικά και με τη μορφή της αναγνώρισης, της αποδοχής, της αίσθησης ότι αξίζει. Ένα χαμόγελο, ένα τρυφερό νεύμα, μία λέξη αγάπης, ένα κτύπημα στην πλάτη, ένα μπράβο, ισοδυναμούν με αγκαλιά. Όπως η σωματική αγκαλιά, έτσι και αυτές οι μορφές «αγκαλιάς» επηρεάζουν θετικά το παιδί, τον έφηβο, τον ενήλικα.

 

Παιδιά που μεγάλωσαν σε ορφανοτροφεία, ακόμα και αν μεγάλωσαν σε πολύ καλές συνθήκες, παρουσίαζαν ψυχοκινητική καθυστέρηση εξ αιτίας του ότι δεν πήραν αγκαλιές. Κάτι παρόμοιο ισχύει και για τα παιδιά που στερήθηκαν τη ζωογόνο μητρική αγκαλιά μέσα στην οικογένεια. Ανήκουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου στο να παρουσιάσουν και ως παιδιά, αλλά και αργότερα ως ενήλικες, προβληματικές συμπεριφορές.

 

Από την άλλη, αν κάθε άγγιγμα του γονιού σήμαινε ξύλο και κακοποίηση, τότε διαμορφωνόμαστε βαθμιαία σε φοβισμένους σκαντζόχοιρους καθώς κάθε άγγιγμα στην ενήλικη ζωή, μας θυμίζει τραυματικές εμπειρίες. Θα μου πείτε: εμείς οι γονείς κτυπάμε τα παιδιά μας; Μια μελέτη του 2007–2008 με συμμετοχή 486 παιδιών της Α΄ Λυκείου και των γονιών τους έδειξε ότι το 71% των γονέων δήλωσε ότι τιμωρεί σωματικά το παιδί του. Το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού ανέφερε ότι περίπου 8 στα 10 παιδιά στην Ελλάδα έχουν βιώσει περιστατικό σωματικής τιμωρίας από γονείς. Μεγάλη έρευνα της δεκαετίας του 1990 στη Βρετανία, έδειξε ότι 38% των μωρών κάτω του ενός έτους, δέχονταν ξύλο περισσότερο από μια φορά τη βδομάδα και ότι 35% των γονέων παιδιών διαφόρων ηλικιών χρησιμοποιούσαν «σοβαρές» μορφές σωματικής τιμωρίας που προκαλούσαν πόνο ή τραύματα στα παιδιά. Στη Γαλλία, έρευνα έδειξε ότι 96% των παιδιών είχαν εμπειρία κάποιας μορφής σωματικής τιμωρίας από τους γονείς τους, ενώ 53% των γονέων ανέφεραν ότι είναι αντίθετοι με την απαγόρευση της σωματικής τιμωρίας στα παιδιά.

 

Εδώ οφείλω να σας πω ότι υπάρχουν και κάποιες αθέατες μορφές βίας. Μερικές τέτοιες μορφές κρυφής βίας είναι η συστηματική απουσία των γονιών, η αδιαφορία τους, η αμέλεια, η ασυνέπεια, τα ψέματα των γονιών, οι συνεχείς δικαιολογίες, η έλλειψη καθαρής, ειλικρινούς και ουσιαστικής επικοινωνίας, οι εκκωφαντικές σιωπές, η τριγωνοποίηση και η εργαλιοποίηση του παιδιού.

 

Επανέρχομαι στις αγκαλιές. Το αγκάλιασμα σημαίνει αποδοχή. Η αγκαλιά δημιουργεί συναισθηματική επαφή, ζεστασιά, καλλιεργεί την αυτοεκτίμηση, την αυτοπεποίθηση και τον αυτοσεβασμό. Όταν αγκαλιαζόμαστε τρυφερά, πέφτουν οι ορμόνες του άγχους -κορτιζόλη, αδρεναλίνη- και ανεβαίνουν η ωκυτοκίνη, η σεροτονίνη ουσίες που ευοδώνουν την οικειότητα και τη χαρά.

 

Το παιδί αν δεν χορτάσει από αγκαλιές και μείνει «πεινασμένο», αργότερα ως ενήλικας θα ψάχνει την οποιαδήποτε αγκαλιά. Θα ψάχνει απεγνωσμένα την αποδοχή. Γιατί «η μοναξιά και η αίσθηση ότι είσαι ανεπιθύμητος είναι η πιο φρικτή φτώχεια»1. Και θα κάνει τα πάντα προκειμένου να έχει την αποδοχή των άλλων. Έτσι όμως κινδυνεύει να χάσει τον εαυτό του. Το λέει πολύ εύγλωττα και ο αγαπημένος μου ποιητής Τάσος Λειβαδίτης σε ένα ποίημά του.

 

«Εδώ σε αυτό το μνήμα κείται κάποιος

που ο φόβος οι άλλοι τι θα πουν

και η ματαιοδοξία ν’ αρέσει

τόσο του κλέψανε ό,τι είχε πιο δικό του

ώστε, σχεδόν δεν κείται εδώ κανείς»2

 

«…που ο φόβος οι άλλοι τι θα πουν…»: Εδώ βλέπουμε την ανάγκη αποδοχής. Υπάρχουν άνθρωποι που συστηματικά συμβιβάζονται, υποχωρούν, που θα κάνουν τα πάντα προκειμένου να γίνουν αποδεκτοί.

 

«…και η ματαιοδοξία ν’ αρέσει…»: Υπάρχουν άνθρωποι που απεγνωσμένα θέλουν να αρέσουν... π.χ. ανεβοκατεβαίνει η διάθεση από τα πόσα likes πήραν ή δεν πήραν! Είναι άνθρωποι με χαμηλή αυτοεκτίμηση.

 

 

 

Οι αγκαλιές και το άγγιγμα:

 

Ενισχύουν τους δεσμούς και τη συναισθηματική σύνδεση μεταξύ των ανθρώπων δημιουργώντας την αίσθηση της οικειότητας και εμπιστοσύνης.

 

Μειώνουν το άγχος και την ένταση, καθώς το άγγιγμα απελευθερώνει την ωκυτοκίνη, ορμόνη που μειώνει το άγχος και προάγει τη χαλάρωση.

 

 Ενισχύουν την αυτοεκτίμηση και τον αυτοσεβασμό καθώς ο άνθρωπος νιώθει αποδεκτός και ότι τον αγαπούν.

 

Έρευνες αναφέρουν ότι η φυσική επαφή μειώνει την αρτηριακή πίεση, ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα και καλλιεργεί το αίσθημα της ευεξίας.

 

 Αφού λοιπόν εμείς οι ενήλικες έχουμε ανάγκη το άγγιγμα και τις αγκαλιές, γιατί δεν αγκαλιαζόμαστε πιο συχνά; Μήπως γιατί φοβόμαστε, γιατί ντρεπόμαστε; Μπορεί την κοντινότητα, μπορεί την απόρριψη, μπορεί την παρεξήγηση.

 

 

 

Ανάγκη της εξάρτησης, ανάγκη της αυτονομίας

 

Το βρέφος όταν έρχεται στη ζωή, δεν αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως διαφορετικό από το περιβάλλον. Για περίπου επτά-οκτώ μήνες αντιλαμβάνεται τον εαυτό του και τη μητέρα του σαν μια ενότητα.

 

Η επιβίωσή μας ως άνθρωποι, σύμφωνα με τον ψυχαναλυτή και ερευνητή John Bowlby, εξαρτάται από την ικανότητά μας να δημιουργούμε και να διατηρούμε συναισθηματικές σχέσεις με τους άλλους από την ώρα που γεννιόμαστε. Η ποιότητα του δεσμού -attachment- που δημιουργεί το βρέφος με τη μητέρα, παίζει καθοριστικό ρόλο στην ψυχοσυναισθηματική, γνωστική και κοινωνική εξέλιξή του.

 

Όταν ο γονιός είναι ευαισθητοποιημένος και είναι σταθερά διαθέσιμος, αντιλαμβάνεται και απαντά έγκαιρα και με ικανοποιητικό τρόπο στις ψυχικές και βιολογικές ανάγκες του νεογέννητου. Αυτό συμβάλλει στην ανάπτυξη ενός «ασφαλούς δεσμού» με το βρέφος. Σε αυτή την περίπτωση το βρέφος νιώθει ασφαλές, νιώθει ότι το αγαπούν, καθώς γνωρίζει διαισθητικά ότι ο γονιός θα είναι παρών όταν χρειαστεί. Αυτά τα βρέφη αργότερα ως παιδιά και ως ενήλικες, δείχνουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και τους άλλους και αναπτύσσουν λειτουργικές σχέσεις.

 

Όταν οι γονείς αδυνατούν να εναρμονιστούν συναισθηματικά με το παιδί τους, όταν ασχολούνται υπερβολικά με τις δικές τους ανάγκες ή παρουσιάζουν ανακόλουθη, ασυνεπή και απρόβλεπτη συμπεριφορά, τότε το παιδί δυσκολεύεται να αναπτύξει αίσθημα εσωτερικής ασφάλειας και το πιθανότερο είναι να αναπτύξει έναν «ανασφαλή δεσμό» και να νιώθει ότι δεν το αγαπούν. Ακόμη χειρότερα. Αν η συμπεριφορά του γονιού είναι συστηματικά κακοποιητική για το βρέφος, εκείνο αποτυγχάνει να αναπτύξει έναν ικανοποιητικό δεσμό με τον γονιό. Ο δεσμός του είναι ασταθής και «αποδιοργανωμένος». Τέτοια βρέφη δεν ησυχάζουν εύκολα, συχνά είναι ανέκφραστα, «παγωμένα» και μπορεί να εμφανίσουν αργότερα αλλοπρόσαλλες συμπεριφορές.

 

Η ποιότητα του δεσμού κυρίως με τη μητέρα, επηρεάζει και διαμορφώνει την ψυχική υγεία του παιδιού. Ένας ασταθής ή ακόμα χειρότερα ένας αποδιοργανωμένος δεσμός είναι προάγγελος αναπτυξιακών, συναισθηματικών και συμπεριφορικών διαταραχών κατά την παιδική ηλικία. Στη δε ενήλικη ζωή, μπορεί να εμφανιστούν ψυχιατρικά προβλήματα, όπως κατάθλιψη, αγοραφοβία, αγχώδεις διαταραχές. Αν μάλιστα ο δεσμός είναι αποδιοργανωμένος μπορεί να εμφανιστούν ακόμα και ψυχωτικές διαταραχές. Ασταθής ή αποδιοργανωμένος είναι ο δεσμός όταν δεν υπάρχει εκ μέρους του γονιού σταθερότητα, κανονικότητα, προβλεψιμότητα, όταν δεν ξέρει το παιδί τι να αναμένει και τι να ελπίζει. Όταν υπάρχει στη συμπεριφορά, αντιφατικότητα, διπλά μηνύματα, ασυνέπεια, ανευθυνότητα.

 

Σύμφωνα με την ψυχαναλύτρια Margaret Mahler, το βρέφος σταδιακά αρχίζει να αυτονομείται από τη μητέρα του καθώς ωριμάζει νευρολογικά και ψυχοσυναισθηματικά. Το παιδί από το δεύτερο έτος αρχίζει να αναπτύσσει την ικανότητα για συντονισμένη σωματική κίνηση και διανοητική λειτουργία. Αν το παιδί νιώθει ότι οι γονείς του και εν γένει οι φροντιστές του, αναγνωρίζουν την ανάγκη να ενεργεί με το δικό του τρόπο, στο δικό του χρόνο και με το δικό του ρυθμό, αναπτύσσει την αίσθηση ότι ασκεί έλεγχο πάνω στον εαυτό του και το περιβάλλον. Με αυτόν τον τρόπο ενθαρρύνεται η αυτονομία και η αυτοπεποίθησή του. Αν όμως οι γονείς δείχνουν υπερπροστατευτική διάθεση και δεν το αφήνουν να αυτενεργεί, αν είναι αγχώδεις και αγχωτικοί, αν το συμβουλεύουν συνέχεια, αν είναι επικριτικοί, τότε αναπτύσσει το συναίσθημα της ντροπής και της αμφιβολίας. Κατά την εφηβεία ο γονεϊκός δεσμός αποδυναμώνεται, -αναμενόμενο και φυσιολογικό- και ο έφηβος αρχίζει να επενδύει συναισθηματικά όλο και περισσότερο σε συνομήλικους.

 

Η διαδικασία του αποχωρισμού και της εξατομίκευσης είναι πολύ σημαντική. Δυσκολίες που μπορεί να υπάρχουν κατά την πρώτη νηπιακή ηλικία, έχουν αντίκτυπο αργότερα κατά την εφηβεία και τη νεαρή ενήλικη ζωή. Η διαδικασία της ανεξαρτητοποίησης γίνεται σταδιακά. Στις διεργασίες της διαφοροποίησης-εξατομίκευσης, το μικρό παιδί αναπτύσσει την «ικανότητα να είναι μόνο», να διατηρεί δηλαδή μια εσωτερική αναπαράσταση της μητέρας ανεξάρτητα από τη φυσική της παρουσία. Αν υπάρχει ασφαλής δεσμός, το παιδάκι ξέρει ότι η μαμά το αγαπά ακόμα και όταν δεν είναι εκεί, ακόμα και όταν δεν ικανοποιεί τα θέλω του. Αν υπάρχει σταθερά η εσωτερική αναπαράσταση της μητέρας, τότε δεν εμφανίζεται το άγχος αποχωρισμού που συχνά παρουσιάζει το μικρό παιδί όταν θα πρωτοπάει στον παιδικό σταθμό, στο νηπιαγωγείο ακόμη και στο Δημοτικό σχολείο.

 

Όταν υπάρχουν προβλήματα στη διαδικασία του αποχωρισμού και της εξατομίκευσης, ο βασικός φόβος που δημιουργείται, αφορά στην απώλεια του άλλου. Ο φόβος μπορεί να εμφανιστεί σε όλες τις ηλικίες και εκφράζεται με μικρή ανοχή στη μοναξιά και τη ματαίωση, μεγάλη ανάγκη για έλεγχο προσώπων και καταστάσεων, κατάθλιψη και δυσκολίες στις διαπροσωπικές σχέσεις. Πολλοί ενήλικες δεν αντέχουν να είναι μόνοι. Θέλουν να είναι συνεχώς έξω με παρέες. Δυσκολεύονται να διαχειριστούν τα όχι και τις αποτυχίες. Θέλουν να ελέγχουν τα πάντα και αναπτύσσουν δυσλειτουργικές σχέσεις. Ουσιαστικά αναβιώνουν καταστάσεις της πρώιμης αναπτυξιακής φάσης.

 

Η ανεξαρτητοποίηση στη νεαρή ενήλικη ζωή δημιουργεί πολλές ευκαιρίες για αναταράξεις στο οικογενειακό σύστημα, καθώς οι αλλαγές είναι πολλές. Απομυθοποίηση των γονιών, συγκρούσεις, σπουδές, επαγγελματική σταδιοδρομία, γάμος και αυτές οι αλλαγές, δημιουργούν την ανάγκη για επαναπροσδιορισμό των σχέσεων.

 

Αρκετοί γονείς τα καταφέρνουν ικανοποιητικά και προσαρμόζονται με ωριμότητα στις νέες αλλαγές της σχεσιοδυναμικής της οικογένειας. Κάποιοι άλλοι νιώθουν άγχος, θλίψη, ματαίωση, θυμό, συναισθήματα που παραπέμπουν στο δικό τους άγχος αποχωρισμού της παιδικής τους ηλικίας. Οι γονείς τείνουν να αναπαράγουν με τα παιδιά τους το είδος του δεσμού που είχε δημιουργηθεί με τους δικούς τους γονείς. Αν για παράδειγμα ένιωθαν ότι οι γονείς τους δεν ήταν κοντά τους, όταν βλέπουν τα παιδιά τους να απομακρύνονται, αυτό αγγίζει την παλιά προσωπική τους πληγή. Τον ανασφαλή δεσμό που είχαν με τη δική τους μητέρα. Τους δυσκολεύει η ανεξαρτητοποίηση των παιδιών τους, βιώνουν μια ματαίωση των ονείρων και των προσδοκιών που είχαν για αυτά. Μπορεί να βιώνουν τον αποχωρισμό και την εξέλιξη του παιδιού τους ακόμη και σαν προδοσία από την πλευρά του. Ο αποχωρισμός αφορά κυρίως την ομαλή ψυχολογική ανεξαρτησία, και λιγότερο τη φυσική απομάκρυνση του παιδιού από τη γονεϊκή εστία.

 

Τα εσωτερικά πρότυπα, οι εσωτερικές αναπαραστάσεις που έχει σμιλεύσει ο ενήλικας άνθρωπος για το πώς λειτουργούν οι σχέσεις, έχουν τις ρίζες τους στη βρεφική και στην πρώτη παιδική ηλικία και μας επηρεάζουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής.

 

Η ψυχολογική ανάγκη της εξάρτησης καθώς μεγαλώνουμε θα έπρεπε χρόνο με τον χρόνο να φθίνει. Δηλαδή οι ενήλικες θα ήταν καλό να μην είναι συναισθηματικά εξαρτημένοι. Αν είναι, αυτό σημαίνει ότι έχουν μεγάλη ανάγκη για συναισθηματική υποστήριξη και επιβεβαίωση. Και αυτό είναι πρόβλημα.

 

Στην πραγματικότητα, πολλοί ενήλικες που εξαρτώνται συναισθηματικά από τους άλλους, έχουν ανάγκη από συναισθηματική υποστήριξη και από μια καλή γνώμη. Αυτό μπορεί να προέρχεται από την αίσθηση της μοναξιάς ή από την ανάγκη για αποδοχή και επιβεβαίωση. Αν δεν τη βρουν μπορεί να καταφύγουν σε αλκοόλ, ναρκωτικά ή άλλες ψυχοδραστικές ουσίες και αυτό μπορεί να είναι μια προσπάθεια να διαχειριστούν τα συναισθηματικά τους προβλήματα και το άγχος.

 

Ορισμένοι άνθρωποι μπορεί να είναι πιο επιρρεπείς στην εξάρτηση από τρίτους λόγω προσωπικών χαρακτηριστικών, όπως η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η ανασφάλεια ή λόγω προηγούμενων τραυματικών εμπειριών. Επίσης ο φόβος του λάθους, τους οδηγεί να αποφεύγουν να παίρνουν την ευθύνη της επιλογής και την αφήνουν στον άλλο. Η ελευθερία απαιτεί ευθύνη και πολλοί άνθρωποι δεν θέλουν να αναλάβουν την ευθύνη. Φοβούνται την ευθύνη και γι’ αυτό την εναποθέτουν στον άλλο. Προτιμούν τις ευκολίες της ζωής και ας ξέρουν ότι οι δυσκολίες βοηθούν τον άνθρωπο να πλησιάσει στην ουσία της υπάρξεώς του.

 

Για ένα βρέφος, νήπιο, παιδάκι είναι φυσιολογικό να είναι συναισθηματικά εξαρτημένο, αν όμως συμβαίνει σε έναν ενήλικα, υπάρχει πρόβλημα.

 

Και ποια είναι τα σημάδια της συναισθηματικής εξάρτησης;

 

à Δυσκολία να μείνεις μόνος.

à Έντονος φόβος εγκατάλειψης.

à Συνεχής ανάγκη για επιβεβαίωση από τρίτους.

à Συστηματική παραμέληση των προσωπικών αναγκών για χάρη του άλλου.

à Υπερβολικά συναισθήματα ζήλιας, άγχους, αγωνίας, ανασφάλειας φόβου, θλίψης όταν το άλλο πρόσωπο απομακρύνεται.

à Αίσθηση ότι δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς αυτόν.

à Υποτίμηση του εαυτού και εξιδανίκευση του άλλου προσώπου.

 

 

 

Η ανάγκη του ανήκειν

 

 

 

Η ανάγκη του ανήκειν, δηλαδή η ανάγκη για αποδοχή και η ένταξη σε ομάδες, είναι βασική στην ενήλικη ζωή. Στην παιδική ηλικία όμως είναι καθοριστική προκειμένου να αναπτυχθεί και να εξελιχθεί η προσωπικότητα του ανθρώπου. Από τη φύση του ο άνθρωπος είναι πλασμένος να ζει σε ομάδες και κοινότητες. Και η οικογένεια είναι η πιο μικρή ομάδα. Η ύπαρξη οικογένειας είναι ένας απαραίτητος θεσμός, γιατί μεταξύ των άλλων χαρακτηριστικών και ιδιοτήτων της, λειτουργεί σαν σταθερός διαμεσολαβητής μεταξύ του ατόμου και του ευρύτερου ανθρώπινου περιβάλλοντός του, το βοηθά να αποκτήσει πρόσωπο, να κοινωνικοποιηθεί και να αποκτήσει την κοινωνική του θέση.

 

Θα δούμε τι συμβαίνει πρώτα στην παιδική ηλικία. Η πρώτη ομάδα με την οποία έρχεται σε επαφή το νεογέννητο είναι η ίδια η οικογένειά του. Έχει ανάγκη μεγάλη την αποδοχή και την αγάπη. Μέσα σε αυτήν την ομάδα θα σχηματίσει τη βάση της ταυτότητάς του. Η οικογένεια είναι η πρώτη χρονικά και η σημαντικότερη αξιολογικά ομάδα, όπου το παιδί αισθάνεται ότι ανήκει. Αν υπάρχει αγάπη, αποδοχή, ενθάρρυνση, στήριξη, μοίρασμα χρόνου εκ μέρους των γονέων, οριοθέτηση, σεβασμός προς το παιδί, τότε το παιδί νιώθει ασφαλές και μπορεί να ξεδιπλώσει τα φτερά του και να πετάξει. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Μέσα στην οικογένεια μαθαίνει τι σημαίνει ασφάλεια, εμπιστοσύνη, σεβασμός, όρια, αυτοπειθαρχία και υποστήριξη. Αν σήμερα στην κοινωνία έχουμε τόσα προβλήματα, είναι γιατί τα προβλήματα αυτά είναι αντανάκλαση των προβλημάτων της πρώτης μικρής κοινωνίας, της οικογένειας. Τα παιδιά εκείνα που δεν βίωσαν το αγαπητικό κλίμα και στο βαθμό που δεν το βίωσαν, μεγάλωσαν με ψυχολογικά ελλείμματα και όλες αυτές οι ελλείψεις σε ψυχολογικό επίπεδο εκφράζονται αργότερα μέσα από ενήλικες δυσλειτουργικές ή και παραβατικές συμπεριφορές.

 

Αργότερα στο δημοτικό σχολείο και πάλι έχει ανάγκη να ενταχθεί σε μία ή και περισσότερες ομάδες συνομηλίκων όπου θα διαμορφώνει και θα εξελίσσει την προσωπικότητά του. Μέσα από την επαφή και τα καθρεφτίσματα με τους συνομηλίκους του θα αποκτά όλο και πιο ξεκάθαρη εικόνα και αίσθηση του εαυτού. Η ένταξη σε ομάδες είναι απαραίτητη, γιατί μέσα από την αλληλεπίδραση το παιδί μαθαίνει να αγωνίζεται, να ανταγωνίζεται, να συνεργάζεται, να συγκρούεται, να διαχειρίζεται τις συγκρούσεις, να καλλιεργεί την ικανότητα συνεργασίας, να μαλώνει, να συμφιλιώνεται, να κοινωνικοποιείται, να επικοινωνεί, να μαθαίνει. Πολύτιμες εμπειρίες που βοηθούν το παιδί να αναπτύξει παιδί σημαντικές δεξιότητες στο κοινωνικό πεδίο. Το αίσθημα ότι ανήκεις κάπου, οικογένεια, σχολική τάξη, σε κάποια φιλική συντροφιά σου δίνει ένα αίσθημα σταθερότητας και σε κάνει να νιώθεις ασφαλής, καθώς ξέρεις ότι κάποιοι θα σε υπερασπιστούν αν χρειαστεί.

 

Στη περίπτωση που το παιδί δεν ενταχθεί σε κάποια ομάδα είναι υποψήφιο για πάσης φύσεως εκφοβισμούς. Θα υπάρχει ένα είδος κοινωνικού αποκλεισμού και αυτό θα επηρεάσει δραματικά την αυτοεκτίμηση, τον αυτοσεβασμό και την αυτοπεποίθηση του παιδιού με αποτέλεσμα πολλές αρνητικές σοβαρές ψυχολογικές επιπτώσεις. Εάν όμως νιώθει ότι ανήκει στη σχολική κοινότητα, έχει λιγότερο άγχος, περισσότερη διάθεση για μάθηση, μεγαλύτερο αυτοσεβασμό και κατά συνέπεια καλύτερες επιδόσεις. Μέσα από ομάδες αθλητικές, καλλιτεχνικές, χορευτικές, πολιτιστικές, μέσα από μουσικά σύνολα νιώθει ότι είναι αποδεκτό και αποκτά αίσθημα ταυτότητας και πληρότητας.

 

Η ανάγκη του ανήκειν είναι βασική και στην ενήλικη ζωή. Ο ενήλικας έχει σχηματίσει ταυτότητα, αλλά έχει ανάγκη να είναι ενταγμένος σε κάποιες ομάδες. Επαγγελματικές, κοινωνικές, πολιτιστικές, πολιτικές, θρησκευτικές, σε εθελοντικές οργανώσεις, σε κύκλους φίλων και ούτω καθεξής. Η ενεργή συμμετοχή στην προσπάθεια επίτευξης συλλογικών κοινών στόχων καλύπτουν την ανάγκη του ανήκειν. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη να μοιράζεται σκέψεις, εμπειρίες, συναισθήματα και αυτό τον φέρνει πιο κοντά στους άλλους.

 

Η ένταξη σε μία ομάδα προσφέρει βοήθεια και αλληλεγγύη σε δύσκολες στιγμές και το αίσθημα της μικρής κοινότητας. Πολλές φορές οι ομάδες καλύπτουν την ανάγκη για αποδοχή και συναισθηματική επαφή. Αν δεν υπάρχει κάποια ομάδα που να καλύπτει τον άνθρωπο, τότε δεν είναι δύσκολο να απομονωθεί, να νιώθει μοναξιά που είναι μια πολύ επώδυνη αίσθηση και να δημιουργηθούν πολλά ψυχολογικά και ψυχοσωματικά προβλήματα. Ή να ενταχθεί στην πρώτη ομάδα που θα τον αποδεχθεί. Που μπορεί όμως να είναι μια παραβατική ομάδα, μία ομάδα που κάνουν χρήση ψυχοδραστικών ουσιών, μία οπαδική ομάδα χουλιγκάνων κ.α.

 

Η ανάγκη του ανήκειν είναι βασική πανανθρώπινη ανάγκη, είναι ριζωμένη μέσα στο είναι του ανθρώπου και όταν καλύπτεται επαρκώς, ο άνθρωπος νοηματοδοτεί τη ζωή του, αισθάνεται ασφάλεια και νιώθει καλά. Η ομάδα βοηθάει, στην ανάδειξη της δημιουργικότητας, στο να αξιοποιήσει κάθε μέλος ικανότητες, να καλλιεργήσει δεξιότητες και στην επίτευξη των στόχων.

 

Οφείλω όμως να πω ότι αρκετοί άνθρωποι «κρύβονται» πίσω και μέσα από ομάδες. Δηλαδή ακολουθούν άκριτα την ομάδα, δεν παίρνουν την ευθύνη της πρωτοβουλίας, της επιλογής, ουσιαστικά φοβούνται την ελευθερία της προσωπικής επιλογής είτε από φόβο μη κάνουν λάθος και το χρεωθούν, είτε γιατί δεν ξέρουν. Σε ανάλογες περιπτώσεις ο άνθρωπος ταυτιζόμενος άκριτα με τις επιλογές της ομάδας, παύει να είναι ο εαυτός του. Πολλοί άνθρωποι μόνον και μόνον για να αποφύγουν τη μοναξιά και την αβεβαιότητα εντάσσονται με επιπόλαια κριτήρια στην όποια ομάδα.

 

Η ελευθερία να παίρνει κανείς αποφάσεις με αίσθημα ευθύνης, ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα άλλα όντα. Ένα από τα πράγματα που ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα άλλα όντα είναι η ελευθερία να παίρνει αποφάσεις με επίγνωση και με αίσθημα ευθύνης. Αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο και γι’ αυτό και ο Σαίρεν Κίρκεγκωρ3 γράφει ότι «το πιο τρομακτικό πράγμα που παραχωρήθηκε στα ανθρώπινα πρόσωπα είναι η επιλογή, η ελευθερία». Χωρίς την ελευθερία της επιλογής, δεν υπάρχει ανθρώπινο πρόσωπο, υπάρχει άτομο. Και εμείς καλούμαστε να ζήσουμε μια ζωή με νόημα, ευθύνη και ελευθερία.

 

«Η δημιουργική ελευθερία είναι ένα δώρο τόσο οδυνηρό, ώστε ο άνθρωπος, όσες φορές αισθάνεται εξαντλημένος, τείνει να την ξεπουλήσει αντί πινακίου φακής σε κάθε είδους αυθεντία και τυραννία: ηθική, κοινωνική, επιστημονική και πολιτική… ».4

 

Ο φόβος λοιπόν μπροστά στην ελευθερία ωθεί αρκετούς ανθρώπους να μην αναλαμβάνουν την προσωπική τους ευθύνη. Φοβούμενοι μη χρεωθούν την όποια αποτυχία, δεν παίρνουν πρωτοβουλίες και εντάσσονται σε ειδών-ειδών ομάδες, συλλόγους, οργανώσεις, σχήματα, σαν καταφυγή. Η ομάδα έχει πολλή δύναμη. Αλλά να το κάνεις εν επιγνώσει και από θέση ευθύνης. Να το κάνεις από θέση δύναμης. Αρκετοί το κάνουν από θέση αδυναμίας για να διαχυθεί η προσωπική ευθύνη και να «χαθεί» μέσα στη συλλογική. Εναποθέτουν την ευθύνη στην ομάδα και ακολουθούν άκριτα την πορεία της. Η ευθύνη της πορείας της ζωής τους δεν είναι πια προσωπική, καθώς έχει μετατεθεί στους πολλούς. Αν όμως η συμμετοχή των ανθρώπων γίνεται με το αίσθημα του χρέους και της προσωπικής ευθύνης απέναντι στον εαυτό και την κοινωνία, αν δεν απεμπολείται η προσωπική μαρτυρία, το προσωπικό χρέος συνδιαμόρφωσης της συλλογικής πορείας και δεν κρύβονται πίσω από τους άλλους, τότε η ομάδα αποκτά δυναμική και ωριμότητα. Τότε η ομάδα ανανεώνεται διαρκώς και αποπνέει φρεσκάδα, ζωντάνια και ζωή.

 

 

Συνοψίζοντας: Βρέφη και ενήλικες έχουμε τις ίδιες ανάγκες! Απλά, οι ανάγκες διαφοροποιούνται αναλόγως του αναπτυξιακού σταδίου που βρίσκεται ο άνθρωπος. Για παράδειγμα όταν είμαστε βρέφη, η ανάγκη της εξάρτησης είναι πανταχού παρούσα. Το βρέφος είναι εξαρτημένο 100% από τους γονείς του. Όσο μεγαλώνει, η ανάγκη της αυτονομίας και απεξάρτησης αυξάνεται και η ανάγκη της εξάρτησης φθίνει. Αλλά ακόμη και στο ίδιο αναπτυξιακό στάδιο, π.χ. ως ενήλικες, έχουμε τις ίδιες ανάγκες σε διαφορετικό βαθμό όμως. Αυτό έχει να κάνει κυρίως με το κατά πόσο είχαν καλυφθεί οι ανάγκες με ικανοποιητικό τρόπο στην πρώτη παιδική ηλικία. Για παράδειγμα ένα παιδάκι που μεγάλωσε μέσα σε ένα κλίμα αποδοχής και ενθάρρυνσης, έχει αποδεχθεί τον εαυτό του και έτσι ως ενήλικας έχει μικρότερη ανάγκη αποδοχής, σε σχέση με έναν άλλο ενήλικα που ως παιδάκι μεγάλωσε σε ένα οικογενειακό επικριτικό και υποτιμητικό κλίμα.

 

Και θα τελειώσω με κάτι που λέει ο Palumbo, γλωσσολόγος και ποιητής, ένας από τους μεγαλύτερους μελετητές των ελληνικών Σαλέντο: «Όλοι έχουμε ανάγκη από μια φέτα ψωμί. Αλλά όχι ξερή. Αλειμμένη με αγάπη».

 

 

 

Αναφορές:

 

1 Μητέρα Τερέζα, 1910-1997, Καθολική μοναχή.

2 Τάσος Λειβαδίτης, «Επιτύμβιο», «Όσο μπορείς», ποιήματα 1958-1964.

3 Σαίρεν Κίρκεγκωρ, 5 Μαΐου 1813 – 11 Νοεμβρίου 1855, Δανός φιλόσοφος και θεολόγος. Θεωρείται ο πρώτος υπαρξιστής φιλόσοφος.

4 Νίκος Α. Ματσούκας, Το πρόβλημα του κακού, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1986, σ. 215.